Σε μια πιο προσωπική νότα.
Αυτός ο Ιούλιος σηματοδοτεί δέκα χρόνια όπου διαχειρίζομαι σελίδες διαδικτυακά. Και η συγκεκριμένη ημερομηνία, 13 Ιουλίου, σηματοδοτεί και έξι χρόνια όπου διαμένω στο εξωτερικό. Τα τελευταία 25 χρόνια ασχολούμαι ενεργά με όσα εγώ θεωρώ χρήσιμα για εμένα και για μια πιο βιώσιμη κοινωνία για όλους, με τον φεμινισμό, την αναρχία, τον αντιφασισμό και τα ανθρώπινα δικαιώματα, πρώτα για τις κοινωνικές ομάδες οι οποίες δε τα έχουν (ΛΟΑΤΚΙ, πρόσφυγες/μετανάστες, τοξικοεξαρτημένα άτομα, άστεγα και άπορα άτομα, κ.ο.κ.) και μετά για τα υπόλοιπα.
Η εκάστοτε ιδεολογία όμως δεν είναι πανάκεια και ποτέ δεν ήθελα να την ευαγγελίζομαι ως τη μόνη αλήθεια. Οι κοινωνίες εξελίσσονται και μαζί τους πρέπει να εξελίσσονται και οι ιδεολογίες. Ένα παράδειγμα είναι λ.χ. ο φεμινισμός, ο οποίος εξελίχθηκε ώστε να περιλαμβάνει και τρανς και μεσοφυλικά άτομα, κ.α. Οι υπόλοιπες ιδεολογίες δε διαφέρουν. Δε μπορεί κάποιο άτομο να δηλώνει αναρχικό, όταν κανονίζει ζωές άλλων ατόμων ή καταπιέζει το σύντροφό του, δε μπορεί κάποιο άτομο να δηλώνει πως ανήκει στον αντιφασιστικό ή αντιρατσιστικό χώρο, όταν ουσιαστικά χρησιμοποιεί τους μετανάστες όσο εξυπηρετούν την πολιτική του ατζέντα και μετά τους πετάει παραδίπλα και δε θέλει καν επαφές μαζί τους. Αυτά πάνε γενικά σε όλους, αλλά και πολύ συγκεκριμένα σε άτομα, που ανήκαν σε πιο αντιεξουσιαστικούς χώρους και τελικά τα απορρόφησε κάποια εξουσία, κάνοντάς τα να χρησιμοποιούν την πάλαι πότε αγνή ιδεολογία τους, ώστε να εξυπηρετεί πλέον τη νέα τους πολιτική ατζέντα.
Στα χρόνια που ασχολούμαι με τους άνωθι χώρους, στάθηκα απέναντι σε κάθε κυβέρνηση. Δε ψηφίζω και υποστηρίζω την αποχή από τις εκλογές. Όχι γιατί "είναι όλοι ίδιοι", αλλά επειδή το έργο με το οποίο ασχολούμαι καθώς και η ιδεολογία μου, δεν περιλαμβάνει ανάθεση ευθυνών σε κανέναν εξουσιαστή. Προφανώς λοιπόν και αντιτίθεμαι στο γενικό και μαζικό κριτήριο ψήφου, όπου είναι η προσωπική βολή, ο διορισμός, η καταστροφή των βιώσιμων κοινωνικών δομών μέσω νεοφιλελεύθερων πολιτικών όπου καταστρέφουν τα δικαιώματα των εργαζομένων και κάθε κριτήριο που απώτερο σκοπό έχει να συντηρήσει το απάνθρωπο τρίπτυχο Πατρίς-Θρησκεία-Οικογένεια. Παρόλαυτά, δε στέκομαι απέναντι σε όποιον ψηφίζει για ένα καλύτερο μέλλον για την καταπιεσμένη κοινωνική του ομάδα. Ζούμε σε μια κοινωνία όπου γυναίκες φοβούνται να καταγγείλουν κακοποίηση για να μη τις βρουν νεκρές, που μετανάστες δεν έχουν κανένα δικαίωμα στη χώρα όπου ζουν, εργάζονται κι έχουν οικογένεια, όπου λοατκι άτομα ξυλοκοπούνται ή και φονεύονται λόγω της σεξουαλικής τους προτίμησης. Δε στέκομαι απέναντι στο να αναθέσουν οι συγκεκριμένες ομάδες -ή και άλλες αντίστοιχα καταπιεσμένες- την εξουσία στον εκάστοτε νομοθέτη όπου θα βελτιώσει τις συνθήκες ζωής τους στην παρούσα κοινωνία όπου ζούμε. Αγωνιζόμαστε ουσιαστικά για την ίδια κοινωνία, μια κοινωνία η οποία δεν αποκλείει κανέναν λόγω φύλου, λόγω χρώματος στο δέρμα του ή λόγω σεξουαλικού προσανατολισμού. Η διαφορά μας είναι ο δρόμος τον οποίο επιλέγουμε ώστε να φτάσουμε στο ίδιο αποτέλεσμα.
Εν τέλει όμως, κύριος εχθρός μου δεν είναι η εκάστοτε αναλώσιμη και ανακυκλώσιμη κυβέρνηση. Η κυβέρνηση το περισσότερο που μπορεί να κάνει, είναι να εξυπηρετήσει τις επιταγές της κοινωνίας η οποία την ανέβασε και την οποία θα κυριαρχήσει για ένα μικρό διάστημα μερικών ετών. Ο στόχος μου είναι η καταστροφή της ιδεολογίας η οποία έχει ποτίσει την κοινωνία και της οποίας απόρροια είναι και η εκάστοτε κυβέρνηση και όχι το αντίθετο. Κι εδώ έρχομαι σε αυτό που θέλω κυρίως να θίξω.
Στην κριτική και εν τέλει αποδόμηση όλων των εξουσιαστικών δομών (Κράτος, Πατριαρχία, κ.ο.κ.) δε χωράει πλακίτσα και χιουμοράκι. Η σάτιρα πρέπει να ξεκινάει από πάνω προς τα κάτω και όχι το αντίθετο, αλλιώς δεν είναι σάτιρα, αλλά ένα όργανο της εξουσίας το οποίο προσπαθεί να διχάσει αντί για να ενώσει. Εξού και μεγάλο κομμάτι της "σάτιρας" προσπαθεί να δαιμονοποιήσει τους Δ.Υ. τους εργάτες, τους μετανάστες. Εξυπηρετεί την εξουσία και μόνο αυτή, το να στρέφονται οι χαμηλότερες τάξεις η μια ενάντια της άλλης, παρά όλες μαζί ενάντια των εξουσιαστικών δομών. Και φυσικά μεγάλο κομμάτι της κοινωνίας, παίζει ακριβώς αυτό το παιχνίδι της εξουσίας. Τις έχουμε δει αυτές τις απόψεις παντού, ξέρουμε ποιές είναι, τις έχει ο γνωστός, ο διπλανός, ο γείτονας, ο αδερφός, ο σύντροφος. Είναι αυτά τα άτομα που το σεξιστικό και μισογυνικό σχόλιο θα το πουν "χιουμοράκι" και "πωςκάνουμεέτσι" και πως η "σημερινή γενιά παρεξηγείται με τα πάντα". Είναι αυτοί που θα δουν το νέο φασιστοειδές στην εξουσία και θα χασκογελάνε με σχόλια τύπου "έρχεται πίτσα". Είναι αυτοί που ακολουθούν τυφλά τον εκάστοτε λαθρέμπορα, ναρκέμπορα και μαφιόζο με την κοινωνικά αποδεκτή του όμως ιδιότητα (ομαδάρχης, πρόεδρος, δήμαρχος, κλπ) και κάθε φορά που υπάρχει δικαιολογημένη κοινωνική οργή εναντίον της ατιμωρησίας που τους περιβάλλει, λένε πως "τον πολεμάνε όλοι" και πως "σας πονάει". Είναι αυτοί που θα στρέψουν με αηδία το βλέμμα αλλού όταν δουν άστεγο ή τοξικοεξαρτημένο άτομο, αυτοί που θα γελάσουν ακόμα και με το φόνο ενός ζώου από τον όχλο, επειδή μεγάλωσαν σε μια κοινωνία όπου τα ανεπιθύμητα ζώα τα τυλίγει σε σακούλες και τα πετάει σε κάδους.
Αυτές οι απόψεις κυριαρχούν και τις βλέπει κανείς παντού, εδώ και δεκαετίες, αλλά τώρα με το Ίντερνετ πολύ περισσότερο. Εξού και βρίσκω εντελώς άτοπο και το σχόλιο που κάνουν αρκετοί περί "κρίτικής από το Ίντερνετ". Το Ίντερνετ είναι το μέσο που δεν είχαμε κάποτε ώστε να δούμε εις βάθος τη σαπίλα ολόκληρης της κοινωνίας. Αυτές οι απόψεις δεν έπαψαν και δε παύουν να με αηδιάζουν το ίδιο κάθε φορά, να τις αντιμάχομαι αλλά και να φοβάμαι τι αντίκτυπο και σε ποιά άτομα θα έχουν.
Αυτά τα γράφω επειδή θέλω να θυμίζω στον εαυτό μου ποιός είμαι, θέλω να ξέρουν όσοι είναι γύρω μου τι πρεσβεύω -όχι πως το έκρυψα και ποτέ- και θέλω εν τέλει να ξέρω και τι πρεσβεύουν όσα άτομα καταλήγουν να συμπορεύονται κι αυτά δίπλα μου.
Θα κλείσω το παρόν λογύδριο με το πάντα επίκαιρο κείμενο του Μάνου Χατζιδάκι.
«Οποιος δεν φοβάται το πρόσωπο του τέρατος, πάει να πει ότι του μοιάζει. Η πιθανή προέκταση του αξιώματος είναι, να συνηθίσουμε τη φρίκη, να μας τρομάζει η ομορφιά. Η υποταγή ή ο εθισμός σε μια τέτοια συνύπαρξη, η συνδιαλλαγή, δεν προκαλεί τον κίνδυνο της αφομοίωσης ή της λήθης, του πώς πρέπει, του πώς οφείλουμε να σκεφτόμαστε, να πράττουμε και να μιλάμε;
Αναμφισβήτητα αρχίσαμε να το ανεχόμαστε. Και η ανοχή, πολλαπλασιάζει τα ζώα στη δημόσια ζωή, τα ισχυροποιεί και τα βοηθά να συνθέσουν με ακρίβεια τη μορφή του τέρατος που προΐσταται, ελέγχει και μας κυβερνά. Η μορφή του τέρατος είναι αποκρουστική. Όταν όμως το πρόσωπο του τέρατος πάψει να μας τρομάζει, τότε πρέπει να φοβόμαστε… γιατί αυτό σημαίνει ότι έχουμε αρχίσει να του μοιάζουμε.»
Θα κλείσω το παρόν λογύδριο με το πάντα επίκαιρο κείμενο του Μάνου Χατζιδάκι.
«Οποιος δεν φοβάται το πρόσωπο του τέρατος, πάει να πει ότι του μοιάζει. Η πιθανή προέκταση του αξιώματος είναι, να συνηθίσουμε τη φρίκη, να μας τρομάζει η ομορφιά. Η υποταγή ή ο εθισμός σε μια τέτοια συνύπαρξη, η συνδιαλλαγή, δεν προκαλεί τον κίνδυνο της αφομοίωσης ή της λήθης, του πώς πρέπει, του πώς οφείλουμε να σκεφτόμαστε, να πράττουμε και να μιλάμε;
Αναμφισβήτητα αρχίσαμε να το ανεχόμαστε. Και η ανοχή, πολλαπλασιάζει τα ζώα στη δημόσια ζωή, τα ισχυροποιεί και τα βοηθά να συνθέσουν με ακρίβεια τη μορφή του τέρατος που προΐσταται, ελέγχει και μας κυβερνά. Η μορφή του τέρατος είναι αποκρουστική. Όταν όμως το πρόσωπο του τέρατος πάψει να μας τρομάζει, τότε πρέπει να φοβόμαστε… γιατί αυτό σημαίνει ότι έχουμε αρχίσει να του μοιάζουμε.»